ψευδορρευματισμός

ψευδορρευματισμός
ο, Ν
ιατρ. αρθρικές εκδηλώσεις που θυμίζουν ρευματισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)-* + ρευματισμός. Η λ. είναι αντιδάνεια, πρβλ. γαλλ. pseudorhumatisme].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”